The Blue Doughnut

(greek) Το Μπλε Κουλούρι - ότι καταλάβατε...

Σάββατο, Αυγούστου 26, 2006

Κινητό με κάμερα

Πόσο ηλίθιος μπορεί να 'ναι ο κόσμος; Πραγματικά απορώ.

Είναι μέρες τώρα που ψάχνω να πάρω καινούριο κινητό. Υπό Κ.Σ. (κανονικές συνθήκες ντε, τι σας μάθαιναν στο σχολείο;) δε θα ήθελα καν κινητό -πόσο μάλλον να τρέχω από Γερμανό σε Βόνταφον για να αγοράσω. Έλα που όμως το μαραφέτι με εξυπηρετεί σε θέματα δουλειάς. Και αυτό που ήδη έχω πνέει τα λοίσθια. [Παρένθεση: Όταν το ευρώ ήταν ακόμα μακρινό μέλλον, ο πατέρας μου είχε αγοράσει -μεταχειρισμένη- την εν λόγω συσκευή για 20 χιλιάρικα, κι αυτό πιστεύω λύνει όλες τις απορίες για το πόσο διαλυμένη μπορεί να είναι. Κλείνει η παρένθεση.]
Γνωρίζοντας λοιπόν εκ των προτέρων οτι δεν υπάρχει περίπτωση να δώσω πάνω από 60-7ο ευρώ για το μαραφέτι (ιδιαίτερα όταν η πρώτη σειρά στον Νικολάκη τον Σπηλιά κάνει 70 κι ακόμα σκέφτομαι αν θα τα σκάσω ή όχι... ε δεν υπάρχει περίπτωση να δώσω περισσότερα για ένα κινητό), αρχίζω να γυρίζω τα μαγαζιά. Τι θέλω από το μαραφέτι; Να παίρνει τηλέφωνο, να στέλνει μηνύματα κι επειδή η αισθητική μου είναι λίγο μυστήρια, να μην έχει μέγεθος σπιρτόκουτου και χρειάζομαι μικροσκόπιο για να δω που είναι το κάθε πλήκτρο.
Μπαίνω που λες στο Χ μαγαζί και κατακλύζομαι από παντού με κινητά που μόνο καφέ δεν ψήνουν. Κάμερες, mp3 player, μνήμες (μνήμες my ass βέβαια γιατί με 5 και 7 MB ούτε ένα τραγούδι των Sigur Ros δεν χωράει) και της θειάς μου η σωβρακοφανέλα. Και όλα πανάκριβα. Μια απλή έκδοση για μας τους εν μέρει απλούς ανθρώπους δεν υπάρχει;
Το χειρότερο; Ο κόσμος παει και τα αγοράζει. Σκάει 200 και 300 ευρώ για μια συσκευή που ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ οτι τραβά φωτογραφίες, ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ οτι είναι mp3 player, ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ οτι κάνει χίλια άλλα δυο. Ποιος ο λόγος ρε γαμώτο; Πόσο κορόιδα είμαστε; Αν θες να τραβάς φωτογραφίες πάρε μια ψηφιακή. Ακόμα και η τελείως-για-τον-πούτσο-3megapixel-της-HP και πιο φτηνά θα σου έρθει, και καλύτερες και περισσότερες φωτογραφίες θα τραβάει, και θα κρατήσει περισσότερο αν δεν τη διαλύσεις οικειοθελώς. Θες να ακούς μουσική; Τράβα πάρε ένα mp3 player ρε φίλε! 512MB με 40 ευρώ! Θα 'ναι μικρό, θα χωράει παντού και δε θα σου τελειώνει και η μπαταρία του κινητού σου άμα ακούς όλη την ώρα τραγουδάκια όσο πήζεις στη Χαμοστέρνας μέσα στο λεωφορείο. Κι όσο γι' αυτούς που περιμένουν να διαβάζουν τα e-mail τους από το κινητό... ναι πουλάκια μου, ΟΛΟΙ είστε πολυάσχολοι executives που δεν έχουν χρόνο να κάτσουν μπροστά από το pc τους 5 λεπτάκια. Πρέπει να δείτε τα κοσμοϊστορικά μηνύματά σας την ώρα που οδηγείτε, γιατί αλλιώς θα πάτε αδιάβαστοι στο meeting. Μη φάτε όμως γιατί απόψε έχουμε γλάρο. Και λυπάμαι που σας χαλάω την ψευδαίσθηση, αλλά ΔΕΝ ΖΕΙΤΕ στη Νέα Υόρκη.


Τελικά αγόρασα ένα χαλάκι για σήματα καπνού.
Νοικιάζω και την ταράτσα μου σε όποιον ενδιαφέρεται.
Χαζό;
Μπορεί. Όμως η συσσωρευμένη βλακεία με τα κινητά-ελβετικούς σουγιάδες δεν έχει θέσει και πολύ ψηλά τον πήχυ.

Τετάρτη, Αυγούστου 23, 2006

Μια τελευταία καλοκαιρινή κατάρα

Κανονικά θα έπρεπε να γελάω. Δε συμβαίνει. Κάποιος πεθαίνει. Έξω ζέστη και ο κόσμος καμίνι. Ούζο μίνι. Αμφεταμίνη. Ενδορφίνη. Ενδομορφίνη. Έχεις όμορφη μορφή, έλα να πάμε μια βόλτα κάτω από τον ουρανό. Αν καταλάβεις ποτέ πόσο υπέροχο δείχνει το κομματιασμένο βαμβάκι όταν καίγεται, τότε είσαι ένα βήμα πριν την πυρομανία. Μονομανία. Ημικρανία. Λεξιπενία. Λείπεις. Μου λείπεις. Αποστολή και λήψη. Μηνύματα χωρίς λήπτες = Θλιβερό. Μηνύματα χωρίς αποστολείς = Μεταφυσικό. Φυσικό. Χημικό. Φύση και Χημεία γίνονται ένα στο μυαλό μου, σαν τη Φυσικοχημεία που μας μαθαίναν στο σχολείο. Σχάση του υδρογόνου. Σχέση με δολοφόνο. Φωνές που ακούγονται δυνατά, από μακριά. Πόδια ανοιχτά. Χείλη κλειστά. Σεξ. Έρωτας. Ανταλλαγή σωματικών υγρών. Φιλιά που θα κρατήσουν για πάντα. Πίνω. Θυμάμαι. Ανατριχιάζω.

Στον επόμενο τόνο, η ώρα θα είναι απώλεια και μία πρώτη πληγή.

Παρασκευή, Αυγούστου 04, 2006

Ο τελευταίος των παραθεριστών

Στο εικοστό πέμπτο ανάθεμα που έριξε στον ανεμιστήρα που βούιζε πλάι του, κατάλαβε οτι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο Αύγουστος είχε ήδη μπει. Βέβαια αν δεν ήταν οι καθημερινές πορείες των κολιών με την κλασσική πια ιαχή-σύνθημα "Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του", μπορεί και να μην το είχε πάρει χαμπάρι. Ευτυχώς που το γραφείο του είχε ελλειπή ηχομόνωση, γιατί αλλιώς θα πίστευε ακόμα οτι ο καταραμένος Καίσαρας (που φορούσε σανδάλια γιατί ήταν Ιούλιος) αποφάσισε να γίνει ο μήνας της μαρμότας με αυτόν πρωταγωνιστή. Σε δεύτερους ρόλους θα ήταν το αφεντικό του και η σπαστική γραμματέας του, αποδεικνύοντας οτι η Κόλαση δεν βρίσκεται στη μετά θάνατον ζωή, αλλά στο ωράριο 9-3.
Ήταν ο τελευταίος των παραθεριστών. Κι αντί να τινάξει ατίθασα πίσω τη χωρίστρα του και να επιβεβαιώσει τον τίτλο του προλαβαίνοντας το καράβι για Αστυπάλαια την ώρα που θα έλυνε από το λιμάνι, προτίμησε να μείνει στην πόλη και να χτυπάει σφραγίδες με εθνόσημα σε ασπρόμαυρα χαρτιά.
Κάπως όμως έπρεπε να σπάσει αυτή την επαναλαμβανόμενη ρουτίνα. Έτσι αποφάσισε να συντάξει μερικές οδηγίες για όσους -από γκαντεμιά ή υπερβάλλοντα ζήλο- θα έπεφταν στη δική του θέση κάπου, κάποτε, μέσα στον χωροχρόνο. Έκανε πέρα τη σφραγίδα και μια-μια οι φράσεις άρχισαν να σχηματίζουν ένα πυργάκι jenga μέσα στο μυαλό του. Σκέφτηκε για λίγο κι έπειτα έγραψε:

- "Μήπως θα μπορούσες να..."
Ατάκα ειπωμένη συνήθως από ιεραρχικά ανώτερο σε χώρο εργασίας. Ουσιαστικά αποτελεί το "ευγενικό" κάλυμμα μιας προσταγής για κάτι που, είτε δεν είναι στις αρμοδιότητές σου, είτε είναι πολύ ζόρι για να το κάνει κάποιος άλλος. Φυσικά και θα ήθελες πάρα πολύ να απαντήσεις "όχι!" και το θέμα να λήξει εκεί, αλλά σύμφωνα με τον νόμο των πιθανοτήτων, αν το κάνεις αυτό σχεδόν αμέσως θα βρεθεί και ένα πρόθυμο χέρι να σου δείξει την πόρτα. Πρέπει πάντως να παραδεχτούμε πως αν κάποιος δεν έχει μηχανάκι, αυτοκίνητο ή οτιδήποτε σχετικό, γλιτώνει από μπόλικες τέτοιες "παρακλήσεις".

- (με έναν χαμηλόφωνο αναστεναγμό -ντεμέκ απελπισίας- στην αρχή της πρότασης)
"Αχ, και τώρα ποιος θα πάει να..."
Αν η συνέχεια της πρότασης ήταν "να γαμηθεί", θα μπορούσα άνετα να υποδείξω αρκετά άτομα. Δυστυχώς όμως, όταν το αίτημα αφορά κάποια χαμαλοδουλειά, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να περιμένεις την (αναπόφευκτη) στιγμή που κάποιος θα υποδείξει εσένα.

- "Ποιος άφησε τα τασάκια γεμάτα / τα ποτήρια άπλυτα / την καφετιέρα ανοιχτή?" (και τα λοιπά)
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ποσώς ενδιαφέρει τον ομιλών ποιος έκανε τι. Απλώς ψάχνει κάποιον να τα μαζέψει. Τρέχα χαμάλη.

- "Μιας και πας έξω, πάρε μου μια τυρόπιτα / ένα πακέτο τσιγάρα/ τα ψώνια από το μπακάλη / το παιδί μου από το σχολείο" (και πάει λέγοντας)
Αρχικά, το ζήτημα δεν είναι τόσο το τι θα σου ζητήσει ο συνάδελφος, γιατί στην τελική άνθρωποι είμαστε και όλοι ξεμείναμε κάποτε από τσιγάρα εν ώρα εργασίας, αλλά το de facto ύφος που το "παρακαλώ" του περισσεύει, λες και είσαι υποχρεωμένος να του κάνεις τον υπηρέτη. Επιπλέον, είναι μαθηματικά αποδεδειγμένο πως μόλις ακουστεί η πρώτη τέτοια ατάκα, θα στην πέσουν και οι υπόλοιποι, με διαφορετικά αιτήματα ο καθένας –αλλά σταθερά το ίδιο ύφος. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει βέβαια να γίνει και στις εξωφρενικότερες απαιτήσεις, που τις συνειδητοποιείς όταν περιμένεις δυο ώρες στην ουρά της εφορίας για ένα χαρτόσημο ή κανακεύεις ένα κακομαθημένο επτάχρονο, ενώ θα έπρεπε να είχες σχολάσει εδώ και τρεις ώρες.

- "Μιας και πας έξω, τρέχα και εκεί.. και εκεί.. και εκεί.."
Κατά βάθος, το αφεντικό σου είναι ένας άλλος Αϊνστάιν που ψάχνει τη μυστική φόρμουλα για να αλλοιώσει το χρόνο. Ένα από τα φανταστικά του πειράματα είναι να καταφέρει να πραγματοποιήσει όλες τις δουλειές της μέρας, μαζεμένες, στο λιγότερο δυνατό χρόνο. Έτσι, με εσένα στο ρόλο του πειραματόζωου, βάζει μπρος το πείραμα. Και το ξινισμένο "άργησες…" που θα σου πει οπωσδήποτε όταν γυρίσεις, δεν θα το πει για κακό. Απλά προσπαθεί να πείσει -ανεπιτυχώς- τον εαυτό του ότι δεν έχει για υπάλληλο τον Φλας Γκόρντον. Δείξε του κατανόηση.

----
Ζέστη VS Τελευταίος σημειώσατε 1. Το πυργάκι jenga από αόρατες σκέψεις κατέρρευσε σιωπηλά, ενώ ο ανεμιστήρας άφηνε την τελευταία του πνοή. Ίσως έφταιγαν τα μαγνητικά κύματα που εξέπεμπε το αφεντικό του μόλις μπήκε στο δωμάτιο. Τον έστειλε στο φούρνο για μίλκο και τυροπιτάκια. Καθώς προχωρούσε με το κεφάλι σκυφτό, ο Τελευταίος αποφάσισε να μετρήσει τα ψιλά του.
Ίσα ίσα του έφταναν για ένα κουλούρι.
"Δε γαμιέται", σκέφτηκε. "Όταν κάνουν ξανά πορεία οι κολιοί, θα κατέβω από το γραφείο και θα τους ακολουθήσω. Ποιος ξέρει, ίσως να τους πείσω να με πάρουν μαζί τους στο τέλος"