The Blue Doughnut

(greek) Το Μπλε Κουλούρι - ότι καταλάβατε...

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 20, 2006

Η επιδρομή της μάνας

Η κλασσική Ελληνίδα μάνα φόρεσε τη στολή παραλλαγής της (ποδιά και παντόφλες Μιτσούκο) και έκανε έφοδο στο ακατάστατο διαμέρισμα. Μετά από μια σπονδή στο θεό της χλωρίνης και σε όποιο ακατονόμαστο έρπον χάος ωθεί τους ανθρώπους να βάζουν σεμεδάκια ακόμα και πάνω στην οθόνη του πισιού (φορ γκαντ σέηκ δηλαδή), έφυγε όσο αθόρυβα είχε έρθει.
Άφησε όμως ένα ανατριχιαστικό σημείωμα πίσω της. Το μόνο που έλειπε ήταν το τσιτάτο "This is not a threat. This is a warning" σαν υπογραφή.
Το παραθέτω για να ανατριχιάσετε κι εσείς με τη σειρά σας. Για όσους δεν γνωρίζουν τη Γραμμική Α' , ακολουθεί και αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών.


("Στα 25 σου θα έχεις χοληστερίνη αν τρως πίτσες. Στο σπίτι θα υπάρχει φαγητό.
Τι να σου πω...
Πρόσεχε.")

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 12, 2006

Οδηγός Επιβίωσης στην Αφιλόξενη Πόλη (μέρος πρώτο)

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: Ζούμε όλοι στην Αφιλόξενη Πόλη. Δεν έχει να λεει που εσύ μένεις στην Αθήνα, εγώ στην Πάτρα και ο παραδιπλανός στον Τύρναβο. Η Αφιλόξενη Πόλη δεν αποτελεί μέρος που μπορείς να το ορίσεις με χαρτογράφηση. Είναι μια συμπαντική έννοια που αγκαλιάζει οποιονδήποτε δεν μεγάλωσε στα νησιά Πίου-Πίου (εκεί έχουν τον Κυκλοθυμικό Ωκεανό, που είναι μια άλλη, μεγάλη ιστορία -κοινώς όχι της παρούσης).

Η Αφιλόξενη Πόλη δε σε γουστάρει. Κατά βάθος θέλει να ξεκουμπιστείς, κι εσύ και οι φίλοι σου, για να μπορέσει να τεντωθεί και να τινάξει από πάνω της τα εκατομμύρια τσιμεντένιων εκτρωμάτων, κεραιών κινητής τηλεφωνίας και ηλεκτροφόρων καλωδίων. Στην πραγματικότητα, κανείς δεν ξέρει τι κρύβεται κάτω από τα πεζοδρόμια. Οι αναρχικοί έλεγαν πως αν τα ξηλώσουμε θα βρούμε παραλίες -ε λοιπόν, μπορώ εγγυημένα να σας πω οτι δεν ρώτησαν την Πόλη γι' αυτό. Η Αφιλόξενη Πόλη μισεί τη θάλασσα λίγο περισσότερο απ' όσο μισεί εσένα. Οπότε trust me, δεν υπήρχε περίπτωση να φιλοξενεί τον προθάλαμό της κατω από το δέρμα της.

Μπορεί λοιπόν η Πόλη να μας βλέπει όπως βλέπουμε εμείς τις κατσαρίδες (από κατοικίδια ως τη μάστιγα της σύγχρονης γκαρσονιέρας), όμως αυτό δεν αναιρεί την πραγματικότητά όλων μας: Είτε το θέλει είτε όχι, ζούμε μέσα της. Κι όταν δεν μας πιάνουν οι αυτοκτονικές μας τάσεις, θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε γενικότερα. Επειδή όμως όλοι λέμε οτι θα φύγουμε αλλά ποτέ δεν το κάνουμε, συνεχίζουμε να ζούμε, ειδικότερα, μέσα της.

Συνδυάζοντας λοιπόν τα δυο αυτά δεδομένα:
Θέλω να ζήσω + Ζω στην Αφιλόξενη Πόλη
προέκυψε ο Οδηγός Επιβίωσης.


Στο επόμενο επεισόδιο θα μιλήσουμε για το πως μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει την έλλειψη ενός βασικού αγαθού χωρίς να τρελαθεί -και συνεπώς να τον μασουλήσει η διάχυτη παράνοια της Αφιλόξενης Πόλης.


.Stay tuned.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 10, 2006

Something Changed

I wrote the song two hours before we met
I didn't know your name or what you looked like yet
I could have stayed at home and gone to bed
I could have gone to see a film instead
You might have changed your mind and seen your friends
Life could have been very different but then
Something changed

Do you believe that there's someone up above?
Does he have a timetable directing acts of love?
Why did I write this song on that day?
Why did you touch my hand and softly say
Stop asking questions that don't matter anyway
Just give us a kiss to celebrate here today
Something changed

When we woke up that morning we had no way of knowing
That in a matter of hours we'd change the way we were going
Where would I be now if we'd never met?
Would I be singing this song to someone else instead?
I don't know
But like you said
Something changed

~
Ακόμα μια πολτοποιημένη μουσική επιλογή που κρύβει μέσα της ένα απόσταγμα σοφίας, σαν το βαρελίσιο Τζώνη Γουώκερ. Βαρύγδουπο, ε; Όπως και να έχει, ακούστε με για λίγο κι αν όντως λεω μαλακίες μπορείτε απλά να απολαύσετε τα 3 και 18 λεπτά που κρατάει το κομμάτι κι έπειτα να ξεχάσετε ο,τι διαβάσατε.
~
Είναι αυτό το unexpected, το απρόβλεπτο, που κινεί τις ζωές μας τελικά.
Αυτό περιμένουμε και όποιος το αρνηθεί είναι απλά ψεύτης.
Αρκετοί το κυνηγάνε με το ντουφέκι και κλαίνε όταν δεν το βρίσκουν, χωρίς να καταλαβαίνουν πως ακριβώς επειδή είναι ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΟ, δεν μπορείς ποτέ να του στήσεις καρτέρι. Το είπε άλλωστε και ο John, "Life is what happens to you while you're busy making other plans".
Άλλοι το φοβούνται. Πιστεύουν οτι και η παραμικρή ρωγμή θα γκρεμίσει συθέμελα την προσεκτικά τακτοποιημένη ζωούλα τους. Έχουν ένα κάποιο δίκιο -πάντα το απρόβλεπτο έρχεται με ένα μεγάλο μπαμ- και μπορούμε να διακρίνουμε μόνο ένα ηθικό δίδαγμα: Όταν στέκεσαι πάνω σε πυργάκι Jenga, είναι μαλακία να φοβάσαι την πτώση. Θα πέσεις ούτως ή άλλως, οπότε φρόντισε να πέσεις από κάτι που θα γουστάρεις.
Μερικοί θα πουν εντάξει, μήπως η λύση βρίσκεται στο να μην στέκεσαι πάνω στο πυργάκι; Πάντα υπάρχουν και οι βράχοι, από τους οποίους σπάνια πέφτεις. Σωστή φιλοσοφία και ιδανική για μεσήλικες τραπεζίτες και 54χρονες νοικοκυρές που βάζουν μπικουτί στα μαλλιά τους και γυρνούν από το ψιλικατζίδικο με παντόφλα και τον "Τηλεθεατή" παραμάσχαλα.

Όμως κάποιοι από μας δεν ψάχνουν λύσεις, αλλά πτώσεις.
Ίσως φταίει το Hemo που πίναμε μικροί ή αυτός ο σκοτεινός ρομαντισμός που κλειδώσαμε κάποτε μέσα μας κι έπειτα ξεχάσαμε σε ποιον ωκεανό πετάξαμε το κλειδί.
Κάτι μας κάνει να γυρίζουμε την πλάτη στους ακίνητους βράχους που έχουν πιάσει κισσό, ν' αγαπάμε το απρόβλεπτο και να κινηματογραφούμε τις πτώσεις μας, ίσως γιατί λίγο πριν σκάσουμε στον πάτο καταλάβαμε οτι δεν είναι τίποτα άλλο από μια ώθηση για ν' ανεβούμε ξανά.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 09, 2006

Sorted out for E's and Wizz

Oh, is this the way they say the future's meant to feel?
Or just twenty thousand people standing in a field?
And I don't quite understand just what this feeling is
But that okay, cos we're all sorted out for E's and Wizz
And tell me when the spaceship lands
Cos all this has just got to mean something

In the middle of the night
It feels alright
but then tomorrow morning
Oh, when you come down

Oh yeah the pirate radio told us what was going down
Got the tickets from some messed up bloke in Camden Town
And no one seems to know exactly where it is
But that's okay, cos we're all sorted out for E's and Wizz
At 4 o'clock the normal world seems very very very far away

Just keep on moving

Everybody asks your name, they say we're all the same
And now it's "Nice one, Geezer"- but that's as far as the conversation went
I lost my friends, I dance alone, it's 6 o'clock, I wanna go home
But it's no way, not today, makes you wonder what it meant
And this hollow feeling grows and grows and grows and grows
And you want to call your mother and say,

"Mother, I can never come home again
because I seem to have left an important part of my brain somewhere
somewhere in a field in Hampshire"


In the middle of the night
It feels alright
but then tomorrow morning
Oh, when you come down

Oh, and what if you never come down...


Κάπου θα υπάρχει και η άκρη στην ιστορία όλων μας.
Κάποτε θα προσγειωθούμε κι απ' το διαστημόπλοιο.
Προς το παρόν ας απολαύσουμε τη μαγεία των Pulp κάνοντας κλικ στον τίτλο. Ναι εκεί δίπλα στις τελίτσες. Whatever.
Πάντα το βράδυ όλα δείχνουν υπέροχα. Το ξημέ(ξενέ)ρωμα είναι που δεν παλεύεται, όλων των ειδών και από όλες τις απόψεις.

Το μόνο που μπορεί να λειτουργήσει σαν αλεξίπτωτο από την πτώση είναι κάτι unexpected. Ευτυχώς το κάλυψαν κι αυτό οι Pulp. Αλλά ας το αφήσουμε για αύριο. When we touch solid ground.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 07, 2006

Επιπλέουν τα κινητά;

Πάντα αναρωτιόμουν γιατί δεν επιπλέουν τα κινητά που πετάμε στη θάλασσα. Το γεγονός βέβαια ότι είναι ελάχιστα τα κινητά που καταλήγουν εκεί δεν βοηθάει τις έρευνές μου, ούτε και το ότι δεν ξέρω κανέναν που να το έχει πετάξει σε υγρό στοιχείο (μόνο την Ελένη που της έπεσε στη χέστρα, οπότε δεν νομίζω ότι μετράει -αν είχε τραβήξει το καζανάκι όμως θα ήθελα πολύ να μάθαινα τι θα γινόταν).

Δεν κολλάω σε αηδίες του στυλ "νόμος της βαρύτητας" και λοιπές θεωρητικές σαχλαμάρες γιατί πλέον όλοι οι νόμοι παραβιάζονται και απ’ όσο ξέρω, ο εν λόγω νόμος δεν εμπόδισε τον άνθρωπο να πετάξει, οπότε γιατί να μην επιπλέουν και τα κινητά; Τώρα θα μου πεις ο άνθρωπος δεν πετάει μόνος του αλλά με αεροπλάνο, ανεμόπτερο ή κι εγώ δεν ξέρω τι. Με την ίδια λογική κι ένα κινητό μπορεί να επιπλεύσει αν το βάλεις πάνω σε μια βάρκα. Ίσως με την κατάλληλη δόση λυσεργικού οξέως να μπορέσει κι ένα κινητό να επιπλεύσει, διότι ξέρω αρκετά άτομα που με κάτι ανάλογο σου ορκίζομαι ότι κατάφεραν να πετάξουν –το πώς κατάφεραν μετά να προσγειωθούν στο ΚΑΤ βεβαίως δεν νομίζω ότι είναι της παρούσης.

Γιατί, πέρα από την τεράστια οικολογική καταστροφή που μπορεί να προκαλέσει ένα κινητό που αποσυντίθεται αργά στον πάτο της θάλασσας, υπάρχουν και άλλες παράμετροι. Κι αν τα ψάρια μάθουν να το χειρίζονται κι αρχίσουν να τηλεφωνάνε; Βασανίζομαι από εφιάλτες στους οποίους χτυπάει το τηλέφωνο, το σηκώνω και ακούω μια πνιγμένη φωνή να μου λέει "Εσύ δεν έφαγες τη μάνα μου με λαδολέμονο στα κάρβουνα προχτές; Ετοιμάσου να πληρώσεις" και άντε μετά να ξαναμπώ εγώ στη θάλασσα, που όλα τα μπαρμπούνια του Αιγαίου θα έχουν επικηρύξει τα καλοξυρισμένα ποδαράκια μου. Φαντάσου να έχεις μπει στο chat της βόνταφον και να συνομιλείς με έναν ροφό. Φαντάσου να σου έρχεται μήνυμα με δυο σταυρωμένα ψαροκόκαλα, μπουρμπουλήθρες και μυρωδιά ψαρίλας.

Ενώ ένα κινητό που επιπλέει αμέριμνο στην επιφάνεια της θάλασσας δεν ενοχλεί κανέναν. Όλο και κάποιος ψαράς θα το μαζέψει, θα το στεγνώσει και μετά θα στο πουλήσει στο Μοναστηράκι ώστε εσύ να μπορέσεις να το ξαναπετάξεις στη θάλασσα και έτσι να συμβάλλεις στην αρμονική λειτουργία της φύσης.

End of transmission.-

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 04, 2006

Η απορία της ημέρας

Γιατί όλα τα τραγούδια του Μιλτιάδη Πασχαλίδη μοιάζουν μεταξύ τους;
(αφορμή οι "κλώνοι" Πηνελόπη και Βυθισμένες Άγκυρες, ιδανικά για γηπεδικό αληλούια σε φεστιβάλ της ΚΝΕ)

Συμβουλή προς ναυτιλομένους: Αν είναι να πάτε σε κανα τέτοιο φεστιβάλ, προτιμήστε τη μέρα που θα παίζουν οι Πυξ Βλαξ. Στάνταρ θα πουν το Μια συνουσία μυστική, και στον συγκινητικό στίχο "πετάς τα ρούχα σου ψηλά" όλοι οι βλάκες φαν θα πετάξουν όντως ψηλά μπλουζάκια, μπουφάν, ζακέτες, σουτιέν, ο,τι έχουν πρόχειρο.

Ακονίστε τα αντανακλαστικά σας και παίζει να φύγετε με γκαρνταρόμπα.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 01, 2006

Dead Birds

DEAD BIRDS (2004)
-κλικ στον τίτλο για info από το www.imdb.com-


Θριλεράκι αμερικάνικης προελεύσεως με πιασάρικο τίτλο και εξίσου πιασάρικο εξώφυλλο. Χωρίς να έχω διαβάσει καν την υπόθεση, το κατέβασα, ελπίζοντας σε ένα κρυμμένο διαμαντάκι.

Ε, δεν το βρήκα.

Πρώτα απ’ όλα να τονίσω ότι η συγκεκριμένη ταινία δεν αποφεύγει ούτε ένα από τα κλασσικά κλισέ των ταινιών τρόμου. Και δεν είναι ότι «το απαιτεί το σενάριο». Οι ήρωες πατάνε τη μπανανόφλουδα με τόση αφέλεια που πραγματικά, σε κάνει να πιστεύεις ότι ο σκηνοθέτης είχε μια λίστα με τις κλισεδιάρικες γκάφες δίπλα του και τις τσέκαρε μια-μια. Πάνε στο έρημο και -guess what? στοιχειωμένο!- σπίτι παρά τις προειδοποιήσεις του γκροτέσκου γεράκου-φάντασμα στο δρόμο τους, αγνοούν το πτώμα στην αυλή και επιμένουν να περάσουν εκεί τη νύχτα, αντιμετωπίζουν ματωμένα τέρατα και τα περνάνε για ..... αγριόγατες, ανοίγουν βιβλία μαύρης μαγείας και αντιδρούν λες και βλέπουν τσελεμεντέδες, λένε «I’ll be right back» και φυσικά ψοφάνε αμέσως μετά.... λίστα σου λέω, ελάχιστα τους ξεφύγανε.

Απ’ ότι έχετε καταλάβει μέχρι τώρα, λαβές για να γίνει μια πρώτης τάξεως παρωδία υπήρχαν πάρα πολλές. Δεν εκμεταλλεύτηκαν όμως καμία. Αντίθετα προσπάθησαν να πάρουν στα σοβαρά όλο αυτό το συρφετό χαζομάρας και προβλεψιμότητας που μόλις περιέγραψα. Κρίμα.

Στα συν της ταινίας βρίσκονται τα σκηνικά, τα κοστούμια, η υπόκριση των ηθοποιών και τα καλοζυγισμένα εφέ. Ήταν όλα –αν όχι άψογα– πάρα πολύ καλά για μια low-budget ταινία. Αλλά και πάλι, όλα πήγαν στο βρόντο, γιατί φυσικά δεν γίνεται να την κρατήσουν αυτά αν το σενάριο έχει περισσότερες τρύπες κι από σουρωτήρι. Έχασαν έτσι και την τελευταία τους ελπίδα για να χαρακτηριστεί το όλο πόνημα “cult”. Ούτε καν B-Movie δεν μπορείς να την πεις. Ούτε υπερβολικά κακή. Απλά άστοχη και χαζή.

Και πέρα από μια ψόφια μπεκάτσα που πατάει κατά λάθος εις εκ των πρωταγωνιστών στην αρχή της ταινίας, δεν βρήκα ουδεμία σχέση μεταξύ του τίτλου και του περιεχομένου της.


Verdict: Να χαίρεστε που δεν είναι γνωστή ταινία κι έτσι δεν παίζει να έρθει ένα βράδυ ο φίλος σας ο Κωστάκης με το εν λόγω DVD ανά χείρας, απαιτώντας να το δείτε. Αν τραβάει η ψυχή σας χαζό θρίλερ πάρτε το Cabin Fever που παίζουν κι ωραίες γκόμενες.

Σάββατο, Αυγούστου 26, 2006

Κινητό με κάμερα

Πόσο ηλίθιος μπορεί να 'ναι ο κόσμος; Πραγματικά απορώ.

Είναι μέρες τώρα που ψάχνω να πάρω καινούριο κινητό. Υπό Κ.Σ. (κανονικές συνθήκες ντε, τι σας μάθαιναν στο σχολείο;) δε θα ήθελα καν κινητό -πόσο μάλλον να τρέχω από Γερμανό σε Βόνταφον για να αγοράσω. Έλα που όμως το μαραφέτι με εξυπηρετεί σε θέματα δουλειάς. Και αυτό που ήδη έχω πνέει τα λοίσθια. [Παρένθεση: Όταν το ευρώ ήταν ακόμα μακρινό μέλλον, ο πατέρας μου είχε αγοράσει -μεταχειρισμένη- την εν λόγω συσκευή για 20 χιλιάρικα, κι αυτό πιστεύω λύνει όλες τις απορίες για το πόσο διαλυμένη μπορεί να είναι. Κλείνει η παρένθεση.]
Γνωρίζοντας λοιπόν εκ των προτέρων οτι δεν υπάρχει περίπτωση να δώσω πάνω από 60-7ο ευρώ για το μαραφέτι (ιδιαίτερα όταν η πρώτη σειρά στον Νικολάκη τον Σπηλιά κάνει 70 κι ακόμα σκέφτομαι αν θα τα σκάσω ή όχι... ε δεν υπάρχει περίπτωση να δώσω περισσότερα για ένα κινητό), αρχίζω να γυρίζω τα μαγαζιά. Τι θέλω από το μαραφέτι; Να παίρνει τηλέφωνο, να στέλνει μηνύματα κι επειδή η αισθητική μου είναι λίγο μυστήρια, να μην έχει μέγεθος σπιρτόκουτου και χρειάζομαι μικροσκόπιο για να δω που είναι το κάθε πλήκτρο.
Μπαίνω που λες στο Χ μαγαζί και κατακλύζομαι από παντού με κινητά που μόνο καφέ δεν ψήνουν. Κάμερες, mp3 player, μνήμες (μνήμες my ass βέβαια γιατί με 5 και 7 MB ούτε ένα τραγούδι των Sigur Ros δεν χωράει) και της θειάς μου η σωβρακοφανέλα. Και όλα πανάκριβα. Μια απλή έκδοση για μας τους εν μέρει απλούς ανθρώπους δεν υπάρχει;
Το χειρότερο; Ο κόσμος παει και τα αγοράζει. Σκάει 200 και 300 ευρώ για μια συσκευή που ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ οτι τραβά φωτογραφίες, ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ οτι είναι mp3 player, ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ οτι κάνει χίλια άλλα δυο. Ποιος ο λόγος ρε γαμώτο; Πόσο κορόιδα είμαστε; Αν θες να τραβάς φωτογραφίες πάρε μια ψηφιακή. Ακόμα και η τελείως-για-τον-πούτσο-3megapixel-της-HP και πιο φτηνά θα σου έρθει, και καλύτερες και περισσότερες φωτογραφίες θα τραβάει, και θα κρατήσει περισσότερο αν δεν τη διαλύσεις οικειοθελώς. Θες να ακούς μουσική; Τράβα πάρε ένα mp3 player ρε φίλε! 512MB με 40 ευρώ! Θα 'ναι μικρό, θα χωράει παντού και δε θα σου τελειώνει και η μπαταρία του κινητού σου άμα ακούς όλη την ώρα τραγουδάκια όσο πήζεις στη Χαμοστέρνας μέσα στο λεωφορείο. Κι όσο γι' αυτούς που περιμένουν να διαβάζουν τα e-mail τους από το κινητό... ναι πουλάκια μου, ΟΛΟΙ είστε πολυάσχολοι executives που δεν έχουν χρόνο να κάτσουν μπροστά από το pc τους 5 λεπτάκια. Πρέπει να δείτε τα κοσμοϊστορικά μηνύματά σας την ώρα που οδηγείτε, γιατί αλλιώς θα πάτε αδιάβαστοι στο meeting. Μη φάτε όμως γιατί απόψε έχουμε γλάρο. Και λυπάμαι που σας χαλάω την ψευδαίσθηση, αλλά ΔΕΝ ΖΕΙΤΕ στη Νέα Υόρκη.


Τελικά αγόρασα ένα χαλάκι για σήματα καπνού.
Νοικιάζω και την ταράτσα μου σε όποιον ενδιαφέρεται.
Χαζό;
Μπορεί. Όμως η συσσωρευμένη βλακεία με τα κινητά-ελβετικούς σουγιάδες δεν έχει θέσει και πολύ ψηλά τον πήχυ.

Τετάρτη, Αυγούστου 23, 2006

Μια τελευταία καλοκαιρινή κατάρα

Κανονικά θα έπρεπε να γελάω. Δε συμβαίνει. Κάποιος πεθαίνει. Έξω ζέστη και ο κόσμος καμίνι. Ούζο μίνι. Αμφεταμίνη. Ενδορφίνη. Ενδομορφίνη. Έχεις όμορφη μορφή, έλα να πάμε μια βόλτα κάτω από τον ουρανό. Αν καταλάβεις ποτέ πόσο υπέροχο δείχνει το κομματιασμένο βαμβάκι όταν καίγεται, τότε είσαι ένα βήμα πριν την πυρομανία. Μονομανία. Ημικρανία. Λεξιπενία. Λείπεις. Μου λείπεις. Αποστολή και λήψη. Μηνύματα χωρίς λήπτες = Θλιβερό. Μηνύματα χωρίς αποστολείς = Μεταφυσικό. Φυσικό. Χημικό. Φύση και Χημεία γίνονται ένα στο μυαλό μου, σαν τη Φυσικοχημεία που μας μαθαίναν στο σχολείο. Σχάση του υδρογόνου. Σχέση με δολοφόνο. Φωνές που ακούγονται δυνατά, από μακριά. Πόδια ανοιχτά. Χείλη κλειστά. Σεξ. Έρωτας. Ανταλλαγή σωματικών υγρών. Φιλιά που θα κρατήσουν για πάντα. Πίνω. Θυμάμαι. Ανατριχιάζω.

Στον επόμενο τόνο, η ώρα θα είναι απώλεια και μία πρώτη πληγή.

Παρασκευή, Αυγούστου 04, 2006

Ο τελευταίος των παραθεριστών

Στο εικοστό πέμπτο ανάθεμα που έριξε στον ανεμιστήρα που βούιζε πλάι του, κατάλαβε οτι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο Αύγουστος είχε ήδη μπει. Βέβαια αν δεν ήταν οι καθημερινές πορείες των κολιών με την κλασσική πια ιαχή-σύνθημα "Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του", μπορεί και να μην το είχε πάρει χαμπάρι. Ευτυχώς που το γραφείο του είχε ελλειπή ηχομόνωση, γιατί αλλιώς θα πίστευε ακόμα οτι ο καταραμένος Καίσαρας (που φορούσε σανδάλια γιατί ήταν Ιούλιος) αποφάσισε να γίνει ο μήνας της μαρμότας με αυτόν πρωταγωνιστή. Σε δεύτερους ρόλους θα ήταν το αφεντικό του και η σπαστική γραμματέας του, αποδεικνύοντας οτι η Κόλαση δεν βρίσκεται στη μετά θάνατον ζωή, αλλά στο ωράριο 9-3.
Ήταν ο τελευταίος των παραθεριστών. Κι αντί να τινάξει ατίθασα πίσω τη χωρίστρα του και να επιβεβαιώσει τον τίτλο του προλαβαίνοντας το καράβι για Αστυπάλαια την ώρα που θα έλυνε από το λιμάνι, προτίμησε να μείνει στην πόλη και να χτυπάει σφραγίδες με εθνόσημα σε ασπρόμαυρα χαρτιά.
Κάπως όμως έπρεπε να σπάσει αυτή την επαναλαμβανόμενη ρουτίνα. Έτσι αποφάσισε να συντάξει μερικές οδηγίες για όσους -από γκαντεμιά ή υπερβάλλοντα ζήλο- θα έπεφταν στη δική του θέση κάπου, κάποτε, μέσα στον χωροχρόνο. Έκανε πέρα τη σφραγίδα και μια-μια οι φράσεις άρχισαν να σχηματίζουν ένα πυργάκι jenga μέσα στο μυαλό του. Σκέφτηκε για λίγο κι έπειτα έγραψε:

- "Μήπως θα μπορούσες να..."
Ατάκα ειπωμένη συνήθως από ιεραρχικά ανώτερο σε χώρο εργασίας. Ουσιαστικά αποτελεί το "ευγενικό" κάλυμμα μιας προσταγής για κάτι που, είτε δεν είναι στις αρμοδιότητές σου, είτε είναι πολύ ζόρι για να το κάνει κάποιος άλλος. Φυσικά και θα ήθελες πάρα πολύ να απαντήσεις "όχι!" και το θέμα να λήξει εκεί, αλλά σύμφωνα με τον νόμο των πιθανοτήτων, αν το κάνεις αυτό σχεδόν αμέσως θα βρεθεί και ένα πρόθυμο χέρι να σου δείξει την πόρτα. Πρέπει πάντως να παραδεχτούμε πως αν κάποιος δεν έχει μηχανάκι, αυτοκίνητο ή οτιδήποτε σχετικό, γλιτώνει από μπόλικες τέτοιες "παρακλήσεις".

- (με έναν χαμηλόφωνο αναστεναγμό -ντεμέκ απελπισίας- στην αρχή της πρότασης)
"Αχ, και τώρα ποιος θα πάει να..."
Αν η συνέχεια της πρότασης ήταν "να γαμηθεί", θα μπορούσα άνετα να υποδείξω αρκετά άτομα. Δυστυχώς όμως, όταν το αίτημα αφορά κάποια χαμαλοδουλειά, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να περιμένεις την (αναπόφευκτη) στιγμή που κάποιος θα υποδείξει εσένα.

- "Ποιος άφησε τα τασάκια γεμάτα / τα ποτήρια άπλυτα / την καφετιέρα ανοιχτή?" (και τα λοιπά)
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ποσώς ενδιαφέρει τον ομιλών ποιος έκανε τι. Απλώς ψάχνει κάποιον να τα μαζέψει. Τρέχα χαμάλη.

- "Μιας και πας έξω, πάρε μου μια τυρόπιτα / ένα πακέτο τσιγάρα/ τα ψώνια από το μπακάλη / το παιδί μου από το σχολείο" (και πάει λέγοντας)
Αρχικά, το ζήτημα δεν είναι τόσο το τι θα σου ζητήσει ο συνάδελφος, γιατί στην τελική άνθρωποι είμαστε και όλοι ξεμείναμε κάποτε από τσιγάρα εν ώρα εργασίας, αλλά το de facto ύφος που το "παρακαλώ" του περισσεύει, λες και είσαι υποχρεωμένος να του κάνεις τον υπηρέτη. Επιπλέον, είναι μαθηματικά αποδεδειγμένο πως μόλις ακουστεί η πρώτη τέτοια ατάκα, θα στην πέσουν και οι υπόλοιποι, με διαφορετικά αιτήματα ο καθένας –αλλά σταθερά το ίδιο ύφος. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει βέβαια να γίνει και στις εξωφρενικότερες απαιτήσεις, που τις συνειδητοποιείς όταν περιμένεις δυο ώρες στην ουρά της εφορίας για ένα χαρτόσημο ή κανακεύεις ένα κακομαθημένο επτάχρονο, ενώ θα έπρεπε να είχες σχολάσει εδώ και τρεις ώρες.

- "Μιας και πας έξω, τρέχα και εκεί.. και εκεί.. και εκεί.."
Κατά βάθος, το αφεντικό σου είναι ένας άλλος Αϊνστάιν που ψάχνει τη μυστική φόρμουλα για να αλλοιώσει το χρόνο. Ένα από τα φανταστικά του πειράματα είναι να καταφέρει να πραγματοποιήσει όλες τις δουλειές της μέρας, μαζεμένες, στο λιγότερο δυνατό χρόνο. Έτσι, με εσένα στο ρόλο του πειραματόζωου, βάζει μπρος το πείραμα. Και το ξινισμένο "άργησες…" που θα σου πει οπωσδήποτε όταν γυρίσεις, δεν θα το πει για κακό. Απλά προσπαθεί να πείσει -ανεπιτυχώς- τον εαυτό του ότι δεν έχει για υπάλληλο τον Φλας Γκόρντον. Δείξε του κατανόηση.

----
Ζέστη VS Τελευταίος σημειώσατε 1. Το πυργάκι jenga από αόρατες σκέψεις κατέρρευσε σιωπηλά, ενώ ο ανεμιστήρας άφηνε την τελευταία του πνοή. Ίσως έφταιγαν τα μαγνητικά κύματα που εξέπεμπε το αφεντικό του μόλις μπήκε στο δωμάτιο. Τον έστειλε στο φούρνο για μίλκο και τυροπιτάκια. Καθώς προχωρούσε με το κεφάλι σκυφτό, ο Τελευταίος αποφάσισε να μετρήσει τα ψιλά του.
Ίσα ίσα του έφταναν για ένα κουλούρι.
"Δε γαμιέται", σκέφτηκε. "Όταν κάνουν ξανά πορεία οι κολιοί, θα κατέβω από το γραφείο και θα τους ακολουθήσω. Ποιος ξέρει, ίσως να τους πείσω να με πάρουν μαζί τους στο τέλος"